Ο Τζον Σλέσιντζερ (αγγλ.: John Richard Schlesinger, 16 Φεβρουαρίου 1926 - 25 Ιουλίου 2003) ήταν Άγγλος σκηνοθέτης του κινηματογράφου και του θεάτρου βραβευμένος με Όσκαρ Σκηνοθεσίας για τη δραματική ταινία Ο Καουμπόι του Μεσονυχτίου (Midnight Cowboy, 1969), ενώ έλαβε άλλες δυο υποψηφιότητες για τις ταινίες Ντάρλινγκ (Darling, 1965) και Καταραμένη Κυριακή (Sunday Bloody Sunday, 1971). Είναι επίσης γνωστός για τη σκηνοθεσία των ταινιών Μπίλι, ο Ψεύτης (Billy Liar, 1963), Μακριά από το Αγριεμένο Πλήθος (Far From the Madding Crowd, 1967), Η Μέρα της Θεομηνίας (The Day of The Locust, 1975), Το Ανθρωποκυνηγητό (The Marathon Man, 1975) και Μαντάμ Σουζάτσκα (Madame Sousatzka, 1988).
Ο Σλέσιντζερ γεννήθηκε στο Λονδίνο το 1926 και ήταν γόνος μεσοαστικής εβραϊκής οικογένειας. Γονείς του ήταν η Γουίνιφρεντ Χενριέτα και ο γιατρός Μπέρναρντ Έντουαρντ Σλέσιντζερ. Αφόυ αποφοίτησε από το κολλέγιο εργάστηκε ως ηθοποιός.
Η καριέρα του ξεκίνησε κατά τις αρχές τις αρχές της δεκαετίας του '50 με συμμετοχές σε μικρούς ρόλους σε ταινίες όπως: The Divided Heart, 1955 και Η νυχτερίδα (Oh... Rosalinda, 1956) καθώς και σε τηλεοπτικές παραγωγές. Έκανε το ντεμπούτο του στο τιμόνι της σκηνοθεσίας το 1956 όταν γύρισε το ντοκυμαντέρ Sunday in the Park.
Κατά τη δεκαετία του '60 εγκατέλειψε εντελώς την καριέρα του ως ηθοποιός και περιορίστηκε στο χώρο της σκηνοθεσίας και το ντοκυμαντέρ που γύρισε το 1961 με τίτλο Terminus του χάρισε το Χρυσό Λέοντα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας. Η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους που γύρισε το 1962 με τίτλο Η Αμαρτία μιας Νύχτας (A Kind of Loving, 1962) και με πρωταγωνιστή τον Άλαν Μπέιτς του χάρισε τη Χρυσή Άρκτο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου.
Έπειτα ακολούθησε η ταινία Μπίλι, ο Ψεύτης που λάνσαρε την καριέρα της Τζούλι Κρίστι και του Τομ Κόρτενεϊ, καθώς και η ταινία Ντάρλινγκ του 1965 που χάρισε στην Κρίστι το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου και περιέγραφε με εύστοχο τους ξέφρενους ρυθμούς και την ποπ κουλτούρα του Λονδίνου της δεκαετίας του '60. Επομενό του εγχείρημα ήταν η κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος του Τόμας Χάρντι Μακριά από το Αγριεμένο Πλήθος επίσης με την Κρίστι στον πρωταγωνιστικό ρόλο, που γυρίστηκε στην αγγλική ύπαιθρο.
Το 1969 ο Σλέσιντζερ σκηνοθέτησε την ταινία Ο Καουμπόι του Μεσονυχτίου με πρωταγωνιστές τους Ντάστιν Χόφμαν και Τζον Βόιτ κι έλαβε την επευφημία των κριτικών. Επρόκειτο για την πρώτη ταινία που γύρισε στην Νέα Υόρκη. Η ταινία τιμήθηκε με Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και ο Σλέσιντζερ με Όσκαρ Σκηνοθεσίας. Κατά τη δεκαετία του '70 συνέχισε να γυρίζει επιτυχημένες ταινίες όπως: Καταραμένη Κυριακή, 1971, Η Μέρα της Θεομηνίας, 1975, Το Ανθρωποκυνηγητό, 1976 και Μέχρι Χθες Ήμασταν Ξένοι (Yanks, 1979).
Κατά τη δεκαετία του '80 οι ταινίες του άρχισαν να μην έχουν απήχηση στο κοινό κι η αρχή έγινε με το Της Αμερικής...το Κάγκελο (Honky Tonk Freeway) του 1981. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι ταινίες: Μαντάμ Σουζάτσκα με τη Σίρλεϊ Μακ Λέιν και Ο Άγνωστος του Πασίφικ Χάιτς (Pacific Heights, 1990) με τους Μέλανι Γκρίφιθ, Μάικλ Κίτον και Μάθιου Μοντίν. Τελευταία του ταινία ήταν το Οι Καλύτεροι Φίλοι (The Next Best Thing) με τη Μαντόνα και τον Ρούπερτ Έβερετ που έλαβε κακές κριτικές.
Ο Σλέσιντζερ ήταν επίσης σκηνοθέτης θεατρικών παραγωγών. Το 1965 σκηνοθέτησε το θεατρικό του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Τίμων, ο Αθηναίος και το 1972 το μιούζικαλ I and Albert που σηματοδότησε το θεατρικό ντεμπούτο της Σάρα Μπράιτμαν.
Το 1980 τιμήθηκε με το αγγλικό παράσημο του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην 7η τέχνη.
Το 1998 ο Σλέσιντζερ υπεβλήθη σε τετραπλό μπάι πας και τον Δεκέμβριο του 2000 υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο. Έμεινε σε κόμμα για τρία χρόνια και το 2003 του αφαιρέθηκε η μηχανική υποστήριξη με αποτέλεσμα το θάνατό του στις 25 Ιουλίου 2003.
Τζον Σλέσιντζερ - Βικιπαίδεια (wikipedia.org)
Σκηνοθέτης
Σεναριογράφος
Ηθοποιός
| ||||
Πηγή: John Schlesinger - IMDb
Γράφτηκε από Κατερίνα Στάμου
Η δεκαετία του ΄60 ήταν για τη σύγχρονη ιστορία της τέχνης μια περίοδος ξέφρενης αισθητικής και ανεπανάληπτων θεαμάτων: από τις εκστατικές μουσικές δημιουργίες μυθικών προσωπικοτήτων μέχρι τα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας που καθρέφτισαν τη «μοντέρνα» ζωή εναργέστατα, η γιορτή ?άλλοτε ειρηνική, άλλοτε σαρωτική- έλαβε χώρα σε πολλά μέρη του πλανήτη. Για τον κινηματογράφο οι μέχρι τότε σταθερές αξίες καταρρίφθηκαν ανεπιστρεπτί. Πολλοί έσερναν αυτό το χορό και σε χώρες όπως η Αμερική, η Γαλλία, η Ιαπωνία ξεπήδησαν φιλμ που αστράφτουν στο πέρασμα των χρόνων. Πηγή ανάλογων έργων αποτέλεσε και η Αγγλία, τα χρόνια που το Λονδίνο «λικνιζόταν» και που οι νέοι ζούσαν χλευάζοντας το βρετανικό πουριτανισμό. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα εκείνης της γενιάς αποτελεί ο εξαίρετος κινηματογραφιστής Τζον Σλέσιντζερ.
Γιος παιδιάτρου και μουσικού, απόφοιτος του πανεπιστημίου της Οξφόρδης και συνοδοιπόρος με τον σπουδαίο Λίντσεϋ Άντερσον στις καλλιτεχνικές ανησυχίες, ο Σλέσιντζερ άρχισε την πολύχρονη σχέση του με την κάμερα κινηματογραφώντας ντοκιμαντέρ για το BBC. Βρισκόμαστε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ?50, τότε που ο αγγλικός κόσμος βιώνει κρίσεις και αλλαγές: κρίσεις σαν εκείνη του Σουέζ και αλλαγές σαν την παρακμή της αποικιοκρατίας. Τα δείγματα ενδεχόμενης αποτελμάτωσης πολυσυζητημένα και επαναλαμβανόμενα: ο ψευτοηρωικός χαρακτήρας των εθνικιστικών πεποιθήσεων δε βγάζει πουθενά και στο σύνολό τους οι αξίες της εποχής αποπνέουν έλλειψη θάρρους και τόλμης προς κάθε κοινωνική και πολιτιστική καινοτομία. Τότε είναι που νέοι συγγραφείς και κινηματογραφιστές δημιουργούν έργα μέσα από τα οποία προβάλλεται μια διάθεση-γροθιά στο κατεστημένο: η πολυτέλεια και ο πλούτος απαξιώνονται, η τέχνη στρέφεται σε προβλήματα καθημερινά και προφανή, και μια αισθητική απομυθοποίησης και ρεαλισμού γεννιέται. Μέσα από την αρτηριοσκλήρωση, ξεπηδάει θριαμβευτικά η νιότη.
Ο λόγος για τους Οργισμένους Νέους, όπως οι Τζον Όσμπορν και Χάρολντ Πίντερ και το Free Cinema των 50s, το Νέο Κύμα σκηνοθετών στο οποίο ανήκει και ο Σλέσιντζερ. Τα χρόνια που στη Γαλλία ο Γκοντάρ και ο Τρυφώ επινοούσαν ξανά την κινηματογραφική τέχνη, στην Αγγλία σκηνοθέτες σαν τον Σλέσιντζερ, τον Τόνι Ρίτσαρντσον και τον Κεν Λόουτς έδιναν κίνηση και εικόνα σε έναν τόπο που λίγο αργότερα θα παλλόταν από τα ντραμς του Κιθ Μουν. Τόπος δράσης τους: οι βιομηχανικές πόλεις της Αγγλίας. Κεντρικοί ήρωες: ανήσυχοι εργάτες και φοιτητές του βορρά με όνειρα πιο μεγάλα απ? ό, τι χωράει η πόλη τους.
Το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ο Σλέσιντζερ το έκανε το 1962 με την ταινία A Kind Of Loving. Με τον γοητευτικό Alan Bates στον πρωταγωνιστικό ρόλο και την ιστορία να διαδραματίζεται στο Γιόρκσαϊρ, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του λογοτέχνη Σταν Μπάρστοου, το φιλμ περιγράφει τη διαδρομή μιας ερωτικής σχέσης και της αποτυχίας αυτής να ανασάνει ελεύθερα μέσα στη ζοφερή πραγματικότητα που της επιφυλάσσεται: τον ερωτικό ενθουσιασμό διαδέχονται μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, ένας αναγκαστικός γάμος και μια αυταρχική πεθερά. Με όπλα γοητείας τη jazz μουσική υπόκρουση, τον «άνετο» τρόπο σκηνοθεσίας που θυμίζει documentary και την ασυνήθιστη τρυφερότητα με την οποία αγκαλιάζει η κάμερα του Σλέσιντζερ τους παγιδευμένους στο εργατικό περιβάλλον απερίσκεπτους ήρωες του, το A Kind Of Loving απέσπασε βραβείο καλύτερη ταινίας στο Φεστιβάλ Παγκόσμιου Κινηματογράφου του Βερολίνου το 1962.
Σε ανώτερη υπόληψη, ωστόσο, ίσως να βρίσκεται η επόμενη ταινία του με έναν αφοπλιστικό Τομ Κόρτνεϊ και με τη Τζούλι Κρίστι στον πρώτο της σπουδαίο ρόλο: το Billy Liar (1963) είναι το καθρέφτισμα μιας κοινωνίας που αμφιταλαντεύεται μισαλλόδοξα ανάμεσα στην ασφυξία και το φόβο να γλιτώσει απ? όλα όσα την πνίγουν. Στον Μπίλι τον Ψεύτη (για τον οποίο κατά πάσα πιθανότητα ο Morrissey έγραψε το ?William, it was really nothing?) όλα βαίνουν δυσάρεστα: δεν αντέχει άλλο τους καταπιεστικούς συγγενείς του, η δουλειά που κάνει είναι μια γελοιότητα, τρελαίνει στο ψέμα τις δύο ερωμένες του και μοναδική διέξοδος γι? αυτόν είναι η περίφημη «Αμβροσία»: ο ψεύτικος κόσμος που έχει πλάσει με το νου, στον οποίο καταφεύγει κάθε φορά που τα πράγματα γίνονται πολύ σκούρα. Όταν όμως η όμορφη Λιζ (Τζούλι Κρίστι, η οποία στο φιλμ σεργιανίζει με χάρη τους δρόμους του Μπράντφορντ) όντας θαρραλέα και αποφασιστική του ζητά να πάρουν το μεταμεσονύχτιο τρένο για το Λονδίνο αφήνοντας πίσω τους τον περίγυρο που τους σκοτώνει, ο Μπίλι Φίσερ αποδεικνύεται ανέτοιμος να αφεθεί στον χείμαρρο του νότου, στη πρωτευουσιάνικη ζωή, στο μέλλον που φαντάζει φαντασμαγορικό. Αν και πικρό στο φινάλε, το Billy Liar διαθέτει ευφυΐα και καυστικό χιούμορ: πρόκειται για ένα κλασικό πια British φιλμ από τα χρόνια του British New Wave.
Σε αντίθεση όμως με τον ήρωα του, ο Σλέσιντζερ τολμά να κατέβει στο Λονδίνο, τη γενέτειρά του, για τη δημιουργία ενός έργου με το όνομα Ντάρλινγκ (1965). Μαζί με το Blow-Up του Αντονιόνι (1966) και το Alfie του Λιούις Γκίλμπερτ, το Ντάρλινγκ είναι ένα από τα σημαντικότερα φιλμ που έχουν γυριστεί για τα χρόνια του Swinging London. Με την Τζούλι Κρίστι σε στιγμές απείρου κάλλους και σε μια ερμηνεία η οποία περιλαμβάνει διαθέσεις από την υπέρτατη φιλαρέσκεια μέχρι τον έσχατο βαθμό υστερίας ?για την οποία απέσπασε και το Όσκαρ Α? Γυναικείου Ρόλου-, και τους Λόρενς Χάρβεϊ και Ντικ Μπόγκαρτ στο πλάι της, η ταινία δεν αποτελεί μια άδεια περιγραφεί της upper class στο Λονδίνο των 60s, αντίθετα κατορθώνει να ασκήσει αιχμηρή κριτική στη ρηχότητα και τη ματαιοδοξία της ζωής στη μεγαλούπολη, τις κοινωνικές ανισότητες, τις ψευδαισθήσεις γύρω από την ευτυχία. Επιπροσθέτως, θίγει και μερικά πρωτόγνωρα για τον τότε χώρο του σινεμά θέματα, όπως η έκτρωση, η πολυγαμία και η ομοφυλοφιλία ?ενδείξεις της σεξουαλικής απελευθέρωσης-, ενώ για μερικά δευτερόλεπτα επιτρέπεται και η θέα του γυμνού σώματος της Κρίστι μπροστά στην κάμερα.
Ακολουθεί το "Μακριά απ? το Αγριεμένο Πλήθος" (1967), διασκευή σε μυθιστόρημα του Τόμας Χάρντυ και το αριστούργημα του Σλέσιντζερ, Ο Καουμπόυ του Μεσονυχτίου (1969). Ο Σλέσιντζερ που, όπως είχε πει, έκανε σινεμά «για τους αποτυχημένους και όχι για τους επιτυχημένους αυτού του κόσμου», διασχίζει τον Ατλαντικό ωκεανό και κινηματογραφεί στη Νέα Υόρκη με πρωταγωνιστές τους εξαιρετικούς Τζον Βόιτ (στην πρώτη του εμφάνιση) και Ντάστιν Χόφμαν να υποδύονται έναν αφελή ζιγκολό και έναν άνθρωπο του περιθωρίου, αντίστοιχα. Γύρω τους δονείται τυρβώδης και απαστράπτουσα η πρωτεύουσα του κόσμου, η Νέα Υόρκη ?το μητροπολιτικό σύμπαν περιλαμβάνει γυναίκες που τα θέλουν όλα, αλλόκοτες φυσιογνωμίες που οργανώνουν μυθικά πάρτι, εύκολο χρήμα, το όνειρο της ηλιόλουστης Φλόριντα. Ποτέ δε θα πάψει να εντυπωσιάζει το Midnight Cowboy: αυτή η σπαρακτική εναλλαγή κινούμενων εικόνων που όλες μαζί συνθέτουν με τρόπο ανυπέρβλητο το τι εστί να είσαι νέος, μόνος κι απένταρος στη μεγαλούπολη. Μέσα στο στρόβιλο ήχων και χρωμάτων, έρπει η ανθρώπινη μοναξιά από την οποία χτίζεται η ωραιότερη φιλία. Η πρώτη ακατάλληλη ταινία κάτω των 18 που κέρδισε Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας και Διασκευασμένου Σεναρίου ντυμένη με τo διάσημο τραγούδι του Harry Nilsson συγκλονίζει και συγκινεί ακλόνητη στο πέρασμα των χρόνων.
Από τη δεκαετία του ?70 κι έπειτα, ο Τζον Σλέσιντζερ ?πνευματώδης και δημιουργικός, ασύμφωνος με την ανελευθερία που επιβάλλει στους σκηνοθέτες το Χόλλυγουντ- συνέχισε να δημιουργεί έργα που παραμένουν αξέχαστα στους λάτρεις τους κινηματογράφου: Καταραμένη Κυριακή (1971), Ανθρωποκυνηγητό (1975), Η Μέρα της Θεομηνίας(1976), Pacific Heights (1990) κ.α.. Το πρώιμο έργο του ?έργο ενός Οργισμένου Νέου- παραμένει ένα διαμάντι για τον αγγλικό κινηματογράφο μέχρι και σήμερα, μια σκοπιά για τη ζωή και την κοινωνία που αλλάζει πλεύση και απομακρύνεται από ηθικούς κανόνες και υποτιθέμενους καθωσπρεπισμούς, αλλά και από τραγικούς αντι-ήρωες αμερικάνικου τύπου. Έφυγε από τη ζωή το 2003, ίδια χρονιά με τον Βικ από το A Kind Of Loving, δηλαδή τον αξιοσέβαστο κύριο Άλαν Μπέιτς. Μέσα από την οπτική των ταινιών του, δείχνει πως έμεινε ως το τέλος αυθεντικός και μετρημένος, ανεκτικός στα ανθρώπινα λάθη, και ποτέ μα ποτέ ηθικολόγος.
Ο Σκηνοθέτης Τζον Σλέσιντζερ στα 60s - Art Magazine
Είπαν για εκείνον:
Ρίτσαρντ Γκιρ: «Τολμηρός, προκλητικός, συγκινητικός, ευφυής, σοφός καιβαθιά προσωπικός».
Σον Πεν: «Ο Τζον μάς άφησε κάτι μαγικό και είμαι περήφανος που τον γνώρισακαι δούλεψα μαζί του».
Σάλι Φιλντ: «Ένας καινοτόμος σκηνοθέτης κι ένας υπέροχος άνθρωπος».
Μάικλ Ουίνερ (σκηνοθέτης): «Κανένας στην κινηματογραφική βιομηχανία δενείπε ποτέ κακό λόγο για τον Τζον Σλέσιντζερ».
Dustin Hoffman, Jon Voight and John Schlesinger
John Schlesinger; Terence Stamp; Julie Christie